Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Τρομπα και τρουμπα, η, 1. αντλια νερου, 2. αεραντλια, 3. σαλπιγγα ("παιζει τρομπα"), 4. ψεκαστηρας, 5. (μτφ.) αυνανισμος, 6. α) (φρ.) "το ριχνει με την τρομπα": βρεχει παρα πολυ, β) "τρομπα μαρινα" i) τηλεβοας, ii)μεγαλο κοχυλι με το οποιο τα ιστιοφορα πλοια μεταδιδουν ηχητικα σηματα κατα τη διαρκεια ομιχλης, αλλ. μπουρου γ) "πηρε την τρομπα μαρινα" το' κανε βουκινο, διεδοσε παντου το μυστικο. [ΕΤΥΜΟΛ. ιταλ. tromba "αντλια, σαλπιγγα"] Εγκυκλοπαιδεια Παπυρος Λαρους Μπριταννικα,τ. 57, σ. 449.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου